- Θιβέτ
- (θιβετιανά Μποντιούλ, κινεζικά Τσαγκ ΤαγκΞιζάγκ). Ιστορική και γεωγραφική περιοχή (1.220.000 τ. χλμ., 2.620.000 κάτ. το 2000), η οποία από το 1951 αποτελεί αυτόνομη περιοχή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Πρωτεύουσα είναι η Λάσα. Η περιοχή βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της Κίνας, καταλαμβάνοντας περισσότερο από το 12% του κινεζικού εδάφους. Οριοθετείται από τις οροσειρές Αλτίν Ταγκ και Νανσάν στα Β (με πιο περιορισμένη έννοια βρίσκεται κλεισμένη στα B μεταξύ του τόξου των αναγλύφων Κουνλούν και Μπατζάν Καρά Σαν), του Καρακόρουμ προς τα Δ, των Ιμαλαΐων στα Ν και του υψιπέδου του Σετσουάν στα Α. Συνορεύει με τη Μυανμάρ, την Ινδία, το Μπουτάν και το Νεπάλ στα Ν, με την Ινδία και την περιοχή του Κασμίρ στα Δ, με την κινεζική επαρχία Τσινγκχάι και την αυτόνομη περιοχή Σινκιάνγκ Ουιγούρ στα Β και τις κινεζικές επαρχίες Σετσουάν και Γιουνάν στα Α. To θιβετανικό οροπέδιο (4.000-6.000 μ.), άγονο, τραχύ και κατά μεγάλο μέρος έρημο, με εξαίρεση το βορειοανατολικό τμήμα, που αποτελείται από την ευρεία λεκάνη Τσαϊντάμ, έχει την εμφάνιση ενός συμπαγούς συνόλου από υψίπεδα, αρκετά διαφορετικά από μορφολογική άποψη. Οι ορεινές αλυσίδες είναι σχεδόν παράλληλες, μέσα στις οποίες εκτείνονται κοιλάδες στα Β και στο κέντρο, οι οποίες είναι πιο στενές και βαθιές, με ορμητικούς ποταμούς στα Ν. Κυριότεροι ποταμοί είναι ο Ινδός, o Βραχμαπούτρα, o Χουάνγκ Χο, o Γιάνγκτσε Κιανγκ, o Μεκόνγκ, ο Σάτλετζ και o Σάλουιν. Το κλίμα είναι τυπικά ηπειρωτικό, με έντονες εποχικές και ημερήσιες θερμικές διακυμάνσεις και αραιότατες βροχοπτώσεις. Σημαντικό τμήμα της περιοχής παρουσιάζει ενδορροϊκά ή αρροΐκα χαρακτηριστικά. Πολυάριθμες είναι οι λίμνες, σχεδόν όλες αλμυρές. Στα N και ΝΑ, όπου γίνεται αισθητή η θερινή, χλιαρή και υγρή ευεργετική επίδραση των μουσώνων, το έδαφος δεν είναι τόσο άγονο και το κλίμα δεν είναι τόσο τραχύ. Εκεί βρίσκονται οι πιο κατοικημένες ζώνες. Οι κάτοικοι είναι ημινομάδες και ασχολούνται με την κτηνοτροφία, ενώ μέτρια ανάπτυξη έχει η γεωργία και η οικοτεχνία. Το 10% των κατοίκων, που ανήκουν στη μογγολική εθνική ομάδα και θρησκευτικά στον λαμαϊσμό, αποτελείται από μοναχούς (3.000 μοναστήρια). Ο αριθμός τους όμως ελαττώνεται σταδιακά, ιδιαίτερα μετά την προσάρτηση στην Κίνα, εξαιτίας της αντίδρασης των κρατικών αρχών σε έναν τέτοιο τρόπο ζωής, ο οποίος έρχεται σε αντίθεση με την κοινωνική πολιτική της χώρας.
Γλώσσες. Οι γλώσσες που ομιλούνται στο Θ. ανήκουν στη θιβετοβιρμανική υποομάδα της σινοθιβετιανής γλωσσικής οικογένειας. Βλ. λ. σινοθιβετιανές γλώσσες.
Ιστορία.Το θιβετανικό οροπέδιο, που βρίσκεται μεταξύ Ινδιών και Κίνας, δέχθηκε με διαφορετικό τρόπο τις επιδράσεις των δύο μεγάλων γειτονικών πολιτισμών, αν και για μεγάλες περιόδους αναπτύχθηκε μέσα σε πλήρη απομόνωση, γεγονός που συνετέλεσε στη μακρόχρονη καθυστέρησή του. Για πολλούς αιώνες, η ζωή των Θιβετιανών είχε κοινά χαρακτηριστικά με τη ζωή των νομαδικών πληθυσμών που ζούσαν στις παρυφές της Κίνας. Μόνο κατά τις αρχές του 7ου αι. μ.Χ., ο μεγάλος Θιβετιανός ηγεμόνας Σρον Μπτσαν Γκαμπό επιχείρησε να εισάγει στη χώρα έναν πιο προηγμένο πολιτισμό, καρπό της σύνθεσης του ινδικού και του κινεζικού πολιτισμού. Λίγο αργότερα καθιερώθηκε στο Θ. ο βουδισμός, ο οποίος ωστόσο προσαρμόστηκε στην παράδοση των ποιμενικών, ανιμιστικών δεισιδαιμονιών. Από τη μορφή αυτή του βουδισμού προήλθαν τα χαρακτηριστικά της οργάνωσης του Θ., το οποίο διαμορφώθηκε ως μία μοναστική θεοκρατία, όπου τα μοναστήρια είχαν το σύνολο της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Θεμελιώδεις στην ιστορία του λαμαϊσμού, δηλαδή του θιβετιανού βουδισμού, υπήρξαν οι θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις που εισήγαγε κατά τον 14o αι. ο μοναχός Τσονγκ Χα Πα (1317-1419), ο οποίος καθιέρωσε το σύστημα διαδοχής του μεγαλύτερου κατόχου της θρησκευτικής και κοσμικής εξουσίας, του Δαλάι Λάμα. Η κινεζική κυριαρχία, η οποία είχε επιβληθεί επανειλημμένα παλαιότερα στο Θ., παγιώθηκε στις αρχές του 18ου αι., όταν η πολιτική της δυναστείας των Τσ’ινγκ εδραίωσε την εξουσία του Πεκίνου στις γύρω περιοχές. Η κατάσταση όμως αυτή άρχισε να αποσταθεροποιείται, όταν οι βρετανικές δυνάμεις, που είχαν εγκατασταθεί στην Ινδία, προσπάθησαν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους και την επιρροή τους στην περιοχή του Θ. Αποκορύφωμα των προσπαθειών αυτών ήταν, στις αρχές του 20ού αι., ορισμένες βρετανικές στρατιωτικές πρωτοβουλίες και η διάσκεψη της Σίμλα, το 1913, κατά την οποία οι θιβετιανές αρχές αναγνώρισαν ένα είδος βρετανικού προτεκτοράτου και δέχθηκαν μια εκτεταμένη τροποποίηση των συνόρων προς όφελος της Βρετανικής αυτοκρατορίας της Ινδίας. Οι προσπάθειες για την εδραίωση της κινεζικής κυριαρχίας, που υποστηριζόταν θεωρητικά από τη μαντζουριανή δυναστεία αλλά και από την εθνικιστική κυβέρνηση, έγιναν πιο εντατικές μετά τη συγκρότηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Αρχικά έλαβαν τη μορφή στρατιωτικής κατάκτησης, την οποία ακολούθησαν η σύναψη συμφωνίας με τον Δαλάι Λάμα, το 1951, και ένα σύμφωνο με την Ινδία, το 1954, το οποίο αναγνώριζε την κινεζική εξουσία στο Θ. Η κινεζική κυριαρχία εδραιώθηκε με την καταστολή της αντικομουνιστικής εξέγερσης, που ξεκίνησε από την αυλή του Δαλάι Λάμα, το 1959, μετά την οποία ο Θιβετιανός ηγέτης και ένα τμήμα της κυβέρνησής του κατέφυγαν στην Ινδία. Οι Κινέζοι όρισαν τον Πάντσεν Λάμα επικεφαλής μιας επιτροπής, η οποία ανέλαβε την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος από το 1959, στους τομείς της ιδιοκτησίας της γης, της ζωής των χωρικών και της επιρροής των μοναστηριών στην οικονομία, η εξουσία των οποίων περιορίστηκε δραστικά, στο πρότυπο της πολιτικής που εφάρμοζε το Κομουνιστικό Κόμμα Κίνας. Η μεθοριακή γραμμή προς την Ινδία, που βρίσκεται σήμερα υπό αμφισβήτηση, έδωσε αφορμή τον Οκτώβριο-Νοέμβριο 1962 για μια σύντομη, ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Κίνας και Ινδίας, χωρίς ωστόσο το ζήτημα να διευθετηθεί. Ούτε όμως η ένταση στις σχέσεις Θιβέτ-Κίνας έχει απαλειφθεί. To 1987, το αίτημα των Θιβετιανών για ανεξαρτησία οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις με τον κινεζικό στρατό, οι οποίες επαναλήφθηκαν αργότερα. To 1989, το Πεκίνο επέβαλε στρατιωτικό νόμο στη Λάσα, μετά τις αιματηρές συγκρούσεις που έλαβαν χώρα στην πρωτεύουσα του Θ. Την ίδια χρονιά ο Δαλάι Λάμα, ο πνευματικός ηγέτης της χώρας, τιμήθηκε με το Νόμπελ ειρήνης, γεγονός που η Κίνα θεώρησε ανάμειξη στις εσωτερικές της υποθέσεις. Έκτοτε, ο Δαλάι Λάμα εγκατέλειψε το αίτημα της ανεξαρτησίας και επεδίωξε διάλογο με τις κινεζικές αρχές, διεκδικώντας περιορισμένη αυτονομία του Θ. Ο διάλογος αυτός πραγματοποιήθηκε τελικά το 1993, χωρίς όμως αξιόλογα αποτελέσματα. Το 1995 ο Δαλάι Λάμα ανακήρυξε ένα εξάχρονο αγόρι ως ενσάρκωση του Πάντσεν Λάμα, ο οποίος είχε πεθάνει το 1989. Οι κινεζικές αρχές συνέλαβαν το αγόρι και τοποθέτησαν στη θέση του τον δικό τους συνομήλικο υποψήφιο, παρά τις διαμαρτυρίες των Θιβετιανών. Η κατάσταση στην περιοχή συνεχίζει να είναι τεταμένη.
Λογοτεχνία. Στη λογοτεχνική παραγωγή στη θιβετιανή γλώσσα, η οποία κατά μεγάλο μέρος δεν είναι πρωτότυπη, κυριαρχεί το θρησκευτικό θέμα. Ευδιάκριτες είναι οι επιρροές του πολιτισμού της Ινδίας, της Κίνας και άλλων γειτονικών χωρών, οι οποίες όμως δεν υπήρξαν δραστικές λόγω της γεωγραφικής θέσης και του απομονωτισμού του Θ. Τα αρχαιότερα αξιόλογα θιβετιανά λογοτεχνικά κείμενα χρονολογούνται στον 9ο, στον 10ο και στον 11ο αι. Το περιεχόμενό τους είναι μυθολογικό.
Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον τμήμα της θιβετιανής λογοτεχνίας είναι η ιστορική χρονογραφία, η οποία είναι επηρεασμένη κυρίως από τους Κινέζους. Τα αρχαιότερα κείμενα θιβετιανής ιστοριογραφίας τοποθετούνται κυρίως τον 9ο αι. αλλά και παλαιότερα.
Σχετικά με τη μη θρησκευτική λογοτεχνία, έργο μεγάλου ενδιαφέροντος είναι μία συλλογή από περίπου εξήντα σύντομα ερωτικά τραγούδια, τα οποία, σύμφωνα με την παράδοση, έγραψε ο 6ος Δαλάι Λάμα και τραγουδιούνται ακόμα και σήμερα. Άλλο λογοτεχνικό είδος που γνώρισε δημοτικότητα είναι το θέατρο. Πρόκειται για θρησκευτικά ή μυθολογικά δράματα, στα οποία η δράση και οι διάλογοι αποδίδονται άλλοτε με απαγγελία και άλλοτε με παντομίμα, τραγούδι ή χορό. Τα δράματα αυτά παριστάνονταν παλαιότερα στα μεγάλα μοναστήρια, καθένα από τα οποία είχε δικό του ρεπερτόριο.
Τέχνη. Η εμφάνιση της τέχνης στο Θ. συνδέεται με την επικράτηση της βουδιστικής θρησκείας, από την οποία επηρεάστηκε. Το πρώτο δείγμα της επιρροής αυτής, που εμφανίστηκε μεταξύ του 9ου και του 10ου αι., είναι τα σπήλαια (που σήμερα έχουν εξαφανιστεί), σκαμμένα σε βράχο και χτισμένα με τοίχους. Από την περίοδο αυτή η καλλιτεχνική παραγωγή στο Θ. συνδέεται στενά με τη βουδιστική πίστη, στοιχείο στο οποίο οφείλεται το γεγονός ότι τα πιο αξιόλογα αρχιτεκτονικά οικοδομήματα είναι ναοί και μοναστήρια, ανάκτορα και μονές των λάμα, για την κατασκευή των οποίων χρησιμοποιήθηκαν μάρμαρο και πέτρα, ενώ οι ιδιωτικές οικοδομές και ιδιαίτερα τα σπίτια των χωρικών και των βοσκών ήταν από πλίνθους με λάσπη και άχυρο. O ναός δεν είχε πρωτότυπη μορφή και προερχόταν από την ινδική εμπειρία, με σαφή διάκριση της εσωτερικής αυλής, της αίθουσας της κιονωτής στούπα και του ιερού.
Έθιμα και παραδόσεις. Κλεισμένο ανάμεσα σε βουνά που το κράτησαν, όπως ήταν φυσικό, απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο, το Θ. διανύει σήμερα μια μεταβατική περίοδο. Παρά τις βαθιές μεταβολές που συντελούνται, ιδιαίτερα εκείνες που συνδέονται άμεσα με την οικονομική διάρθρωση της κοινωνίας, πολυάριθμα παλιά έθιμα διατηρούνται ακόμα και σήμερα. Έτσι παραδοσιακές συνήθειες, όπως η πολυγαμία και ιδιαίτερα η πολυανδρία (η γυναίκα δεν μπορούσε να επιλέξει τον σύζυγό της και αν παντρευόταν τον μεγαλύτερο αδελφό, όλοι οι αδελφοί που ανήκαν στην οικογένειά του, μόλις ενηλικιώνονταν, γίνονταν δικαιωματικά και αυτοί σύζυγοί της), δεν έχουν εξαφανιστεί τελείως.
Γιορτές με ιδιαίτερη σημασία είναι η όγδοη, η δέκατη, η εικοστή πέμπτη και τριακοστή ημέρα κάθε μήνα καθώς επίσης οι ημέρες της πανσελήνου και της νέας σελήνης. Τις ημέρες αυτές οι κάτοικοι πηγαίνουν στα τοπικά μοναστήρια, φορώντας γιορτινές ενδυμασίες, και προσφέρουν άνθη, λιβάνι και χρήματα στη θεότητα. Η πρωτοχρονιά, που βασίζεται στο σεληνιακό έτος, συμπίπτει συνήθως με τον Φεβρουάριο του δικού μας ημερολογίου και γιορτάζεται με μεγάλη επισημότητα: σχεδόν ολόκληρο τον μήνα, χιλιάδες μοναχοί συγκεντρώνονται στη Λάσα για να πάρουν μέρος στις θρησκευτικές τελετές που τελούνται στον Μεγάλο Ναό· το πλήθος τρώει, πίνει, τραγουδά και χορεύει. Τα θιβετιανά τραγούδια, αυτοσχέδια ή συνθέσεις αγνώστων, χαρακτηρίζονται από την επανάληψη σύντομων μελωδιών, που βασίζονται στην πεντατονική κλίμακα. Τα πιο διαδεδομένα μουσικά όργανα –εκτός από τα κρουστά (τύμπανα, ταμ-ταμ, κουδούνια) που συνοδεύουν κυκλικούς ομαδικούς χορούς– είναι σάλπιγγες, αυλοί, σφυρίχτρες και έγχορδα. Στα μοναστήρια τελούνται κάθε χρόνο μυστήρια, δηλαδή θρησκευτικές παραστάσεις με συνοδεία ορχήστρας. Η λειτουργική μουσική, που έχει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρασημαντική, διακρίνεται για την αξιοσημείωτη εκφραστική αυτονομία και συνδέεται με τη θρησκευτική πρακτική του λαμαϊσμού (βλ. λ.).
Γιορτές που καθιερώθηκαν στο Θ. μετά την είσοδο των Κινέζων είναι η Πρωτομαγιά και η 1η Οκτωβρίου (ημέρα της ανακήρυξης της Κινεζικής Λαϊκής Δημοκρατίας).
Ζωγραφική. Όσον αφορά τη θιβετιανή ζωγραφική, οι πηγές της είναι διάφορες. Οι κυριότερες τάσεις εισήχθησαν από το Nεπάλ, το Kασμίρ, τη Bεγγάλη, αλλά προπάντων από τις μεγαλύτερες ινδικές και κινεζικές σχολές. Η βουδιστική θρησκεία διαδραμάτισε και εδώ κυρίαρχο ρόλο. Η περίοδος της μεγαλύτερης ακμής χρονολογείται περίπου το 1000. Η περιοχή με τη μεγαλύτερη δραστηριότητα ήταν το βασίλειο Γκούγκε, στο δυτικό Θ., όπου αναπτύχθηκε μια ζωγραφική σχολή γύρω από τον στοχαστή και φιλόσοφο Pιν-τσ’εν Μπζαν-πο, για τη διάδοση του βουδισμού, με βάση κείμενα μεταφρασμένα από τη σανσκριτική. Ως συνέπεια των ιστορικοπολιτικών εξελίξεων, από τα μέσα του 16ου αι. η ζωγραφική παραγωγή επηρεάστηκε από τον νατουραλισμό της Κίνας. Στο πλαίσιο της επιρροής αυτής εντάσσεται η χρήση υφάσματος, στο οποίο αποδίδονταν με πιστότητα ζωγραφικές αφηγήσεις. H ζωγραφική είχε την περιγραφική, εικονογραφική και συμβολική λειτουργία της θρησκευτικής σκέψης ή της έκφρασης μιας απλής ευλάβειας. Oι πιο γνωστές σχολές, εκτός από εκείνη της Γκούγκε, ήταν της Λάσα, της Tσάμντο και της Tασιλχούμπο.
Νεαρή Θιβετιανή με την τοπική ενδυμασία της περιοχής.
Κάτοικοι του Θιβέτ ντυμένοι με παραδοσιακές μάσκες για να διώξουν τα πνεύματα του κακού, γιορτάζουν την ημέρα του νέου χρόνου, το 2001 (φωτ. ΑΠΕ).
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένα διεθνές κίνημα υπέρ της ανεξαρτησίας του Θιβέτ· στη φωτογραφία, διαδηλώσεις Θιβετιανών έξω από τα γραφεία της ΔΟΕ στη Λοζάνη, με αίτημα τη μη ανάθεση της διοργάνωσης των Ολυμπιακών αγώνων του 2008 στο Πεκίνο (φωτ. ΑΠΕ).
Ο «ναός του χρησμού» στο μοναστήρι Να-Τσουνγκ, κοντά στη Λάσα.
Καλλιέργεια βρασικής στο Θιβέτ.
Εκτροφή βοοειδών στο Θιβέτ.
Ο 17ος Καρμάπα Λάμα του Θιβέτ, σε μοναστήρι της Ινδίας μετά τη δραπέτευσή του από το Θιβέτ (φωτ. ΑΠΕ).
Θιβετιανές γυναίκες προσεύχονται σε μοναστήρι, το 2000, με αφορμή την 60ή επέτειο της ενθρόνισης του Δαλάι Λάμα (φωτ. ΑΠΕ).
Ορκωμοσία του πρωθυπουργού της εξόριστης κυβέρνησης του Θιβέτ Σαμντόνγκ Ρινποτσέ, στην πόλη Νταραμσάλα της Ινδίας, τον Σεπτέμβριο του 2001 (φωτ. ΑΠΕ).
Ο θρησκευτικός ηγέτης του Θιβέτ Δαλάι Λάμα, μπροστά από ένα τεράστιο άγαλμα του Βούδα, στον ναό Νταραμσάλα, κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων για τη συμπλήρωση 50 ετών ως ηγέτης του λαού του Θιβέτ (φωτ. ΑΠΕ).
Θιβετιανοί πιστοί στην πρωτεύουσα του Θιβέτ, Λάσα (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.